Τουρίστρια σε ανεκδοτάρα: Μια τουρίστρια έκανε ωτοστόπ σε ένα επαρχιακό δρόμο και έτυχε να περνάει ένας αγρότης με την σκαφτική τρίκυκλη μηχανή του
Αφού τη βοήθησε να ανέβει στην μηχανή ξεκίνησαν σιγά σιγά για το χωριό.
Ο δρόμος όμως ήταν κατηφορικός και κακοτράχαλος και ο πίρος που συγκροτούσε το εμπρός με το πίσω μέρος την μηχανής ήταν έτοιμος να φύγει.
Βλέποντας το αυτό η τουρίστρια και μιας και δεν ήξερε Ελληνικά, σκουντάει τον αγρότη και αρχίζει να μπαινο-βγάζει το δείκτη του δεξιού της χεριού μέσα στο αριστερό που το έχει κάνει σαν σωλήνα για να δείξει στον αγρότη τι συμβαίνει.
Αυτός μόλις βλέπει την κίνηση που κάνει η τουρίστρια της λέει:
– Μην ανησυχείς κοπέλα μου, το έχω εγώ υπόψιν μου, μόνο περίμενε να φτάσουμε σε ευθεία.
ΠΙΟ ΚΑΤΩ, ΑΚΟΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ! ΔΙΑΒΑΣΕ ΤΑ…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΕΔΩ
Ναυαγός σε ανεκδοτάρα: Ένας ναυαγός ο οποίος ήταν σε ένα νησί για 5 χρόνια με δυο κοπέλες, είχε βαρεθεί μόνος του χωρίς κανένα φίλο άντρα για να κάνει παρέα
Επίσης είχε κουραστεί από την ρουτίνα της εβδομάδας:
Δευτέρα – Τετάρτη – Παρασκευή πήγαινε με την πρώτη κοπέλα και Τρίτη – Πέμπτη – Σάββατο με τη δεύτερη. Αυτό γινόταν κάθε εβδομάδα ανελλιπώς.
Ήταν ο μόνος άνδρας στο νησί και έπρεπε να τις ικανοποιεί στο 100% γιατί διαφορετικά είχαν πολλά νεύρα και γινόταν πανικός από τους τσακωμούς.
Έτσι του είχε μείνει μόνο η Κυριακή για να ξεκουράζεται.
Έκανε προσευχές να ναυαγήσει στο νησί ένας άνδρας για να κουβεντιάζει και να τον ελαφρώσει και λίγο από το βαρύ πρόγραμμά του…
Μια μέρα, βλέπουν μία σχεδία να πλησιάζει στο νησί και πάνω ένας άντρας να κάνει κουπί.
Τον βλέπουν οι γυναίκες και φωνάζουν:
– Ένας άνδρας, ένας άνδρας!
– Αχ καλέ που; Καλέ που; αναφωνεί με περίσσεια χάρη ο άνδρας από σχεδία.
Και ο ναυαγός απογοητευμένος:
– Φτου ρε γαμώτο. Αδερφή μας έκατσε. Πάει και η Κυριακή!
Ανεκδοτάρα με άτακτη σύζυγο: Ο σύζυγος απουσιάζει από τo σπίτι και η σύζυγος βρίσκεται στο κρεβάτι με τρεις εραστές
Ξαφνικά ακούγεται το αυτοκίνητο του συζύγου καθώς παρκάρει έξω από το σπίτι.
Βιαστικά η σύζυγος βάζει τον έναν εραστή στην κουζίνα, τον άλλο στο μπάνιο και τον άλλο τον βγάζει στο μπαλκόνι. Έπειτα κλείνει τις μπαλκονόπορτες.
Μπαίνει ο σύζυγος, φιλάει τη γυναίκα του και πάει στο μπάνιο να πλυθεί και βλέπει τον έναν εραστή.
– Τι κάνεις εσύ εδώ; ρωτάει.
– Είμαι υδραυλικός και ήρθα να επισκευάσω το καζανάκι, με φώναξε η σύζυγος.
– Α, καλά, είναι εντάξει τώρα;
– Ναι, όλα μια χαρά!
– Τι χρωστάμε;
– Πενήντα ευρώ.
– Ορίστε!
Του δίνει το πενηντάευρω και πάει στην κουζίνα να πιει ένα ποτήρι νερό και βλέπει τον άλλο εραστή.
– Τι κάνεις εσύ εδώ; τον ρωτάει.
– Είμαι ο ηλεκτρολόγος και ήρθα για να σας επισκευάσω το ψυγείο.
– Α, καλά, είναι εντάξει τώρα;
– Ναι, μια χαρά!
– Τι χρωστάμε;
– Πενήντα ευρώ.
– Ορίστε! και του δίνει ένα πενηντάευρω.
Εκείνη τη στιγμή, ο τρίτος που παρακολουθούσε ότι γίνονταν από το μπαλκόνι, χωρίς όμως να μπορεί να ακούσει, ανοίγει τη μπαλκονόπορτα, προχωράει προς τον σύζυγο, και με απλωμένο χέρι λέει:
– Και εγώ πήδηξα!