Νέες προοπτικές για τους πολίτες να αμφισβητήσουν τις αντικειμενικές αξίες ακινήτων που υπολογίζει η εφορία για τη φορολογία δωρεών, γονικών παροχών και κληρονομιών προσφέρει η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), η οποία στηρίζεται σε διατάξεις του νόμου 2961/2001.
Τι προβλέπεται
Ο συγκεκριμένος νόμος, και ειδικότερα οι παράγραφοι 4 του άρθρου 10 και 3 του άρθρου 41, δίνει το δικαίωμα στους πολίτες να προσφεύγουν απευθείας στο διοικητικό πρωτοδικείο, εντός 60 ημερών από την υποβολή της φορολογικής δήλωσης, για να αμφισβητήσουν την αντικειμενική αξία των ακινήτων. Έτσι, οι φορολογούμενοι σύμφωνα με τον Ε. Τύπο που θεωρούν ότι οι αντικειμενικές τιμές υπερβαίνουν τις πραγματικές αξίες της αγοράς μπορούν να ζητήσουν επαναπροσδιορισμό βάσει των αγοραίων τιμών, χωρίς να περιμένουν τη συνήθως χρονοβόρα διαδικασία που περιλαμβάνει την έκδοση φορολογικών πράξεων και την υποχρεωτική προσφυγή στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ).
Παράκαμψη της χρονοβόρας διαδικασίας
Οι πολίτες πλέον μπορούν να παρακάμψουν τη μακρά διαδικασία υποβολής και απόρριψης ενδικοφανών προσφυγών στη ΔΕΔ της ΑΑΔΕ, εξοικονομώντας χρόνο και αποφεύγοντας περαιτέρω επιβαρύνσεις. Η απόφαση 579/2024 του Β’ Τμήματος του ΣτΕ, η οποία εκδόθηκε στις 24 Απριλίου 2024, επιβεβαιώνει αυτό το δικαίωμα, διευκρινίζοντας ότι οι σχετικές διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών είναι ειδικές και ισχύουν παράλληλα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ).
Επανεκτίμηση αντικειμενικών αξιών
Ακόμη κι αν έχει ήδη εκδοθεί πράξη προσδιορισμού φόρου, ο φορολογούμενος μπορεί να αμφισβητήσει την αξία των ακινήτων, ακολουθώντας τη διαδικασία υποβολής προσφυγής πρώτα στη ΔΕΔ και, αν απορριφθεί, στο διοικητικό πρωτοδικείο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το δικαστήριο μπορεί να υποχρεώσει τη φορολογική αρχή να επανεξετάσει τις φορολογητέες αξίες με βάση τα στοιχεία της αγοράς, οδηγώντας ενδεχομένως σε σημαντική μείωση της επιβάρυνσης του φορολογούμενου.
Χαρακτηριστική υπόθεση
Η απόφαση του ΣτΕ στηρίχθηκε σε υπόθεση όπου φορολογούμενη πέτυχε μείωση της φορολογητέας αξίας κληρονομιαίων ακινήτων από 615.865,01 ευρώ σε 554.584,33 ευρώ. Ως αποτέλεσμα, ο φόρος κληρονομιάς που υπολογίστηκε μειώθηκε σημαντικά, από 228.825,01 ευρώ σε επίπεδο χαμηλότερο.
Με αυτή τη δυνατότητα, οι πολίτες αποκτούν ένα σημαντικό εργαλείο προστασίας απέναντι σε υπέρογκες φορολογικές επιβαρύνσεις που βασίζονται σε αντικειμενικές αξίες, οι οποίες συχνά απέχουν από τις πραγματικές τιμές της αγοράς.