Ανεκδοτάρα με Θανάση: Κάποιος, κάπου, κάποτε είχε ένα θεματάκι: όπου κι αν πήγαινε, από τη δουλειά μέχρι το καφενείο, με ένα «καλώς τον κερατά» τον υποδέχονταν και με ένα «γεια σου, ρε τάρανδε» τον αποχαιρετούσαν
Μια, δυο, τρεις και χίλιες δεκατρείς, πήγε να πέσει σε κατάθλιψη ο άνθρωπος. Μέχρι που μια μέρα δεν άντεξε και τον έπνιξε το παράπονο μπροστά σε έναν παιδικό του φίλο που είχε έλθει να τον δει από το εξωτερικό.
—Τι έχεις, ρε Θανάση; Γιατί είσαι έτσι; Δεν μπορώ να σε βλέπω, μου μαύρισες την ψυχή.
—Τι να ‘χω, ρε Αρτέμη; Να, όπου πάω κι όπου σταθώ, κερατά με ανεβάζουνε, κερατά με κατεβάζουνε. Γελάει όλη η πόλη μαζί μου.
—Τι λες τώρα! Και εσύ τι κάνεις; Τους πιστεύεις;
—Τι να σου πω, ρε Αρτέμη. Πολλά λένε, πολλοί τα λένε, αλλά έχω τις αμφιβολίες μου. Δεν έχω κάτι χειροπιαστό για να πιστέψω.
—Κοίτα να δεις τι θα κάνουμε. Εμένα η γυναίκα σου δεν με ξέρει. Κανείς εδώ δεν με ξέρει παρά μόνο εσύ. Θα στηθώ έξω από το σπίτι σου την ώρα που φεύγεις, θα την παρακολουθήσω και θα δω πού θα πάει και τι θα κάνει. Μετά θα έλθω να σου πω. Αν είναι ένοχη, δεν μπορεί, μια, δυο, τρεις, κάπου θα την πιάσω.
—Αν το κάνεις αυτό για το φίλο σου, θα σου έχω μεγάλη υποχρέωση. Πράγματι, την άλλη μέρα το πρωί στήνεται ο φίλος έξω από το σπίτι του κολλητού του. Λίγη ώρα αργότερα, τον παίρνει στο τηλέφωνο.
—Έλα, έχω νέα. Πρέπει επειγόντως να σε δω.
—Καλά ή κακά; Πες μου, με τρώει η αγωνία.
—Έλα και θα σου πω. Ύστερα από λίγο συναντιούνται στο καφενείο.
—Λέγε, λέγε, δεν αντέχω.
—Τι να σου λέω; Περιβόλι η κυρία.
—Δηλαδή;
—Με το που βγαίνει από το σπίτι, την παίρνω στο κατόπι. Δυο στενά πιο κάτω, την περιμένει ένα αμάξι. Μέσα είναι δύο τύποι. Μπαίνει μέσα και φεύγουν.
—Και μετά και μετά;
—Από πίσω κι εγώ με το μηχανάκι. Δέκα λεπτά αργότερα, σταματούν σε ένα ξενοδοχείο. Ξέρεις τι ξενοδοχείο. Απ’ αυτά τα «πονηρά».
—Και μετά και μετά;
—Μετά ανεβαίνουν και οι τρεις πάνω. Ορμάω κι εγώ, χαρτζιλικώνω το ρεσεψιονίστ και μου δίνει το διπλανό δωμάτιο.
—Και μετά και μετά;
—Στην αρχή δεν ακούω τίποτα. Λίγο μετά, ακούω κάτι λαχανιάσματα και μετά κάτι βογκητά. Δίνω μία, πηδάω από το μπαλκόνι μου στο δικό τους και κρυφοκοιτάω πίσω από τις κουρτίνες. Και τι να δω, ρε Νώντα;
—Τι είδες; Πες μου, τρελαίνομαι!
—Η δικιά σου, γυμνή πάνω στο κρεβάτι. Ο ένας ξαπλωμένος δίπλα της και ο άλλος όρθιος αρχίζει να γδύνεται, εμφανώς ξαναμμένος.
—Και μετά και μετά;
—Τι και μετά και μετά; Με το που γδύνεται ο δεύτερος και ξαπλώνει κι αυτός, ο άλλος κάνει μια με το χέρι του και σβήνει το φως. Πίσσα το σκοτάδι, όσο και να προσπάθησα, ρε Νώντα, δεν μπόρεσα να δω κάτι παραπάνω.
—Ααααχ, είδες τι σου έλεγα, ρε Αρτέμη; Αυτές οι ριμάδες οι αμφιβολίες είναι που θα με φάνε…
Ανεκδοτάρα με Θανάση: Οι αμφιβολίες του κερατά
ΠΙΟ ΚΑΤΩ, ΑΚΟΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ! ΔΙΑΒΑΣΕ ΤΑ…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΕΔΩ
Ξαναμμένη κυρία σε ανεκδοτάρα: Άνοιξε στην Νέα Υόρκη ένα μαγαζί που πουλάει άντρες και πάει μία γυναίκα να βρει σύζυγο
Στην είσοδο του μαγαζιού υπάρχει μια επιγραφή με τους κανόνες που πρέπει να ακολουθούν οι πελάτες.
ΔΙΑΒΑΣΕ ΚΑΙ ΑΥΤΟ: Η κοπέλα των 200 ευρώ
Ο πρώτος κανόνας λέει ότι μπορείς να μπεις στο μαγαζί μόνο μια φορά.
Υπάρχουν 6 όροφοι και σε κάθε όροφο μπορείς να επιλέξεις σύζυγο ή να ανέβεις στον επόμενο.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορείς να κατέβεις όροφο παρά μόνο για να βγεις από το κτίριο.
Μπαίνει λοιπόν η κυρία και ανεβαίνει στον πρώτο όροφο.
Η επιγραφή λέει: Άνδρες με δουλειά.
Η κυρία συνεχίζει στον δεύτερο όροφο: Άνδρες με δουλειά που αγαπάνε τα παιδιά.
Στον τρίτο όροφο η επιγραφή λέει: Άνδρες με λεφτά που αγαπάνε τα παιδιά και είναι όμορφοι.
Καλοί σκέφτεται η κυρία αλλά ανεβαίνει στον τέταρτο όροφο: Άνδρες με λεφτά που αγαπάνε τα παιδιά είναι όμορφοι και βοηθούν στις δουλειές του σπιτιού.
Ας ανέβω έναν ακόμη όροφο λέει η κυρία και στον πέμπτο διαβάζει: Άνδρες με λεφτά που αγαπάνε τα παιδιά είναι όμορφοι βοηθούν στις δουλειές του σπιτιού και είναι πολύ ρομαντικοί.
Η κυρία το έχει πάρει απόφαση θα πάρει άντρα από τον πέμπτο όροφο αλλά δεν αντέχει να μην ανέβει στον έκτο.
Εκεί η επιγραφή λέει:
«Είστε η επισκέπτης 31.456.012 σε αυτόν τον όροφο. Δεν υπάρχουν άντρες εδώ. Ο όροφος αυτός υπάρχει μόνο ως απόδειξη ότι οι γυναίκες δεν είναι ευχαριστημένες με τίποτα».