Στο βιβλίο της Good for Nothing: From Altruists to Psychopaths and Everyone in Between, που πρόσφατα κυκλοφόρησε και στα γαλλικά, η Αμερικανίδα ψυχολόγος και ερευνήτρια Abigail Marsh αντιπαραβάλλει τις έρευνες που διεξήγαγε σε παιδιά με ψυχοπάθειες με εκείνες που έκανε σε εξαιρετικά αλτρουϊστικά άτομα.
Αυτό που μπορεί κανείς να πει με σιγουριά για την Abigail Marsh είναι ότι ανήκει στους αισιόδοξους ερευνητές. Είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια στο τμήμα Ψυχολογίας και στο Διεπιστημονικό Πρόγραμμα Νευροεπιστήμης του Πανεπιστημίου της Georgetown, όπου επίσης διευθύνει το Εργαστήριο Κοινωνικής και Συναισθηματικής Νευροεπιστήμης (Laboratory on Social & Affective Neuroscience), και πέρασε τα πρώτα χρόνια της έρευνάς της κοντά σε ψυχοπαθητικά παιδιά – ψυχοπαθητικά και όχι ψυχοπαθή, επιμένει η ερευνήτρια. Γιατί, αν η ψυχοπάθεια είναι «ένα αναπτυξιακό πρόβλημα» που «δεν γεννιέται απ’ το πουθενά κατά την ενήλικη ζωή του ατόμου», ένα παιδί που παρουσιάζει τα στοιχεία του χαρακτήρα και της συμπεριφοράς που συνδέονται με τον ψυχοπαθή άνθρωπο, δεν είναι υποχρεωτικό ότι μεγαλώνοντας θα γίνει ένας ψυχοπαθής ενήλικας.
Μελετώντας ενήλικες που φέρουν όλα τα χαρακτηριστικά τής ψυχοπάθειας («αναισθησία προς τους άλλους», «περιορισμένο αυτοέλεγχο» και «αντικοινωνική συμπεριφορά, όπως χειριστικότητα ή εξαπάτηση»), η Abigail Marsh κατέδειξε ότι αυτά τα άτομα «δεν παρουσίαζαν, κατά μέσο όρο, καμία δραστηριότητα της δεξιάς αμυγδαλής [που είναι μια μικρή δομή νευρώνων σε σχήμα αμυγδάλου, βυθισμένη στην ‘καρδιά’ του εγκεφάλου] όταν αντίκριζαν το πρόσωπο ενός ανθρώπου που υπέφερε από έντονο φόβο». Όμως, αν κάποιος δεν έχει την ικανότητα να εντοπίζει τον φόβο στον συνάνθρωπό του, και ως ένα βαθμό να νιώθει τον φόβο ο ίδιος, πώς περιμένουμε να έχει ενσυναίσθηση ή συμπόνια για τους άλλους;
Ωστόσο, αυτή η ανακάλυψη είχε και μια θετική «ανάποδη» όψη: Κι αν, αντιστρόφως, μια υπερδραστήρια αμυγδαλή έκανε κάποια άτομα να δείχνουν ιδιαίτερη προσοχή στον φόβο και στην οδύνη των άλλων;
Δεν μιλάμε για τους «μέσους αλτρουϊστές», διευκρινίζει η Abigail Marsh, οι οποίοι (χωρίς καμιά πρόθεση προσβολής προς τους απαισιόδοξους) είναι πολύ περισσότεροι από τα άτομα που στερούνται αλτρουϊσμού: δωρεές σε οργανισμούς, μικρές εξυπηρετήσεις που προσφέρονται καθημερινά από αγνώστους σε αγνώστους, απλές εκφράσεις ευγένειας – όλα είναι στοιχεία που δείχνουν ότι η θέληση να κάνουμε καλό στον συνάνθρωπο είναι πολύ συχνότερη από την επιθυμία για την καταστροφή του. Όμως, πέρα από αυτές τις μικρές καθημερινές πράξεις καλοσύνης, υπάρχουν και «ασυνήθιστοι αλτρουϊστές», οι οποίοι, χωρίς να προσδοκούν την παραμικρή δική τους ωφέλεια, ευεργετούν ένα άτομο που τους είναι ξένο, χωρίς να διστάσουν μπροστά σε κάποιον κίνδυνο ή στο σοβαρό κόστος που αυτή η πράξη ενέχει για τους ίδιους.
Στο πλαίσιο αυτό, η Marsh ενδιαφέρθηκε για άτομα που στη διάρκεια της ζωής τους έγιναν δωρητές νεφρού προς όφελος ενός συνανθρώπου που τους ήταν άγνωστος. Σίγουρα δεν πρόκειται για κάτι εύκολο, αφού το ρίσκο για τον δότη είναι σοβαρό. Σύμφωνα με την ερευνήτρια, αυτή η πράξη φέρει τη σφραγίδα του ασυνήθιστου, του εξαιρετικού αλτρουϊσμού. Εξετάζοντας λεπτομέρειες του εγκεφάλου τέτοιων ατόμων, η επιστήμων δεν απογοητεύτηκε: η αμυγδαλή τους ήταν κατά μέσο όρο πιο μεγάλη και πιο δραστήρια σε σχέση με τη μέση αμυγδαλή κατά τη θέαση προσώπων που εκφράζουν φόβο. Οι ήρωες, καταλήγει η συγγραφέας τού Good for Nothing: From Altruists to Psychopaths and Everyone in Between, είναι ήρωες όχι επειδή δεν γνωρίζουν τον φόβο, αλλά ακριβώς επειδή έχουν οξύτερη αντίληψή του!
Αυτή η βαθιά ριζωμένη μέσα μας ικανότητα να βοηθάμε τον συνάνθρωπο μάλλον προέρχεται από την εξελικτική μας διαδικασία, εκτιμά η Marsh. Αναγκασμένος να θυσιάσει τη δική του καλοπέραση για να φροντίσει τα ευάλωτα μικρά του, ο άνθρωπος είναι «καλωδιωμένος» με την καλοσύνη: «Ο άνθρωπος δεν είναι ένα ον εγωιστικό ή αναίσθητο. Είμαστε προικισμένοι […] με όλα τα γνωστικά και νευρολογικά εργαλεία για να αισθανόμαστε πραγματική έγνοια για την υγεία των άλλων, καθώς και την επιθυμία να βοηθάμε όσους βρίσκονται σε κίνδυνο».
Le Figaro