Σύνταξη σε ηλικία 58,6 ετών κατά μέσο όρο παίρνουν οι άνδρες και γυναίκες ασφαλισμένοι. Στις γυναίκες η μέση ηλικία έναρξης καταβολής της σύνταξης ανάλογα με το επίπεδο εκπαίδευσης διαμορφώνεται από 56,2 έτη ως 61,1 έτη και στους άνδρες από 57,6 έτη ως 60,4 έτη.
Ανά επάγγελμα τη χαμηλότερη ηλικία έχουν οι ασφαλισμένοι που απασχολούνται σε τεχνικά επαγγέλματα, με τη μέση ηλικία συνταξιοδότησης να διαμορφώνεται στα 59 έτη και την υψηλότερη ηλικία εξόδου έχουν οι αγρότες που παίρνουν σύνταξη στα 65,6 έτη. Οι υπάλληλοι γραφείου (δημοσίου και ιδιωτικού τομέα) λαμβάνουν σύνταξη σε μέση ηλικία 60,4 ετών.
Με όρια ηλικίας μειωμένης σύνταξης αποχωρεί το 11,6% των ασφαλισμένων, ενώ σχεδόν οι 8 στους 10 ασφαλισμένους (77,3%) αποχωρούν από την εργασία μόλις κατοχυρώσουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα. Το 4,9% των συνταξιούχων συνεχίζει να απασχολείται για να συμπληρώνει το μηνιαίο του εισόδημα.
Τα παραπάνω αποκαλυπτικά στοιχεία για τις πραγματικές ηλικίες συνταξιοδότησης περιλαμβάνονται σε ειδική έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) για τις συντάξεις και τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας σε άτομα ηλικίας 50 έως 74 ετών. Η έρευνα διεξήχθη το 2023, με στόχο την εκτίμηση του πλήθους των ατόμων που λαμβάνουν σύνταξη γήρατος ή κάποια σύνταξη άλλης κατηγορίας που συνδέεται με την απασχόλησή τους, την εκτίμηση της μέσης ηλικίας συνταξιοδότησης, αλλά και τη διερεύνηση για τυχόν επιστροφή στην αγορά εργασίας μετά τη συνταξιοδότηση.
Το γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός συνταξιούχων αποχωρεί σε ηλικίες που είναι αρκετά κάτω από τα επίσημα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης που είναι 62 και 67 ετών, οφείλεται στο πλήθος των ειδικών και ευνοϊκότερων διατάξεων θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος που ισχύουν στα ταμεία, με πιο δημοφιλείς τις διατάξεις για σύνταξη μητέρων ή γονέων με ανήλικο τέκνο και ασφάλιση σε ΙΚΑ, Ειδικά Ταμεία και στο Δημόσιο. Παράθυρα για σύνταξη κάτω των 62 υπάρχουν και για όσους συμπλήρωσαν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης με τις μεταβατικές διατάξεις της 35ετίας, ενώ στην έξοδο κάτω από τα 62 οδηγεί και η μειωμένη σύνταξη.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, η μέση ηλικία κατά την οποία ξεκίνησε η λήψη σύνταξης γήρατος για τα άτομα ηλικίας 50-74 ετών ήταν τα 58,6 έτη. Η ηλικία συνταξιοδότησης είναι λίγο μεγαλύτερη για τους άνδρες (58,9) σε σύγκριση με τις γυναίκες (58,2). Μεγαλύτερες διαφορές εμφανίζονται στα άτομα διαφορετικού εκπαιδευτικού επιπέδου και συγκεκριμένα, η μέση ηλικία συνταξιοδότησης για τα άτομα κατώτερης εκπαίδευσης είναι 60,7, ενώ για τα άτομα μέσης και ανώτερης εκπαίδευσης είναι αντίστοιχα 57,1 και 57,3 έτη.
Το 71,9% των συνταξιούχων λόγω γήρατος σταμάτησε να εργάζεται με τη συνταξιοδότηση, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό, 23,9% δεν εργαζόταν πριν αρχίσει να λαμβάνει σύνταξη.
Ένα 4,9% των συνταξιούχων είχε επιστρέψει ξανά στην αγορά εργασίας ως εργαζόμενος συνταξιούχος. Ο κύριος λόγος επιστροφής ή παραμονής στην αγορά εργασίας, των ατόμων ηλικίας 50-74 ετών που λαμβάνουν σύνταξη γήρατος, ήταν οικονομικός, είτε επειδή υπήρχε ανάγκη (32,9%) είτε επειδή συνέφερε οικονομικά (14,0%).
Ποιοι δυσκολεύονται να κατοχυρώσουν δικαίωμα
Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι η πλειονότητα των ανδρών (91,0%) προσπαθεί να κατοχυρώσει δικαίωμα σύνταξης – κυρίως, μέσω ασφάλισης σε δημόσιο φορέα. Αντίθετα, ένα σημαντικό ποσοστό γυναικών, 43,0%, δεν κάνει καμία σχετική ενέργεια. Για το σύνολο των ατόμων ηλικίας 50 έως 74 ετών, παρατηρείται ότι το 31,6% παίρνει σύνταξη, εκ των οποίων όμως ποσοστό 0,8% εξακολουθεί να εργάζεται, και ένα σημαντικό ποσοστό της τάξης του 42,4% δεν παίρνει σύνταξη και εξακολουθεί να εργάζεται προσπαθώντας να κατοχυρώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα. Επίσης, παρατηρείται ότι το ποσοστό των ατόμων που επιδιώκουν σύνταξη μόνο μέσω ιδιωτικής/επαγγελματικής ασφάλισης είναι μη σημαντικό (1,5% για τους άνδρες και 1,3% για τις γυναίκες).
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος