Καλημέρα με ανέκδοτο κλάμα: Άνδρες και γυναίκες – Οι διαφορές τους – Μήπως ταυτίζεσαι και εσύ με κάποιες από αυτές;
Οι γυναίκες ενθουσιάζονται με μια καλή αγορά από ένα κατάστημα.
Οι άντρες ενθουσιάζονται με το να βρουν πάρκινγκ εκεί κοντά.
Οι άντρες είναι υπέρ των προγαμιαίων σχέσεων. Μέχρι να αποκτήσουν κόρη.
Γυναίκες και άντρες γεννήθηκαν ίσοι.
Οι γυναίκες όμως εξακολουθούν να εξελίσσονται.
Ο άντρας είναι η απόδειξη.
Ότι κι ο Θεός κάνει λάθη.
ΔΕΙΤΕ ΚΙ ΑΛΛΑ ΚΟΡΥΦΑΙΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΕΔΩ
Πώς επιλέγει ο Άνδρας τη Γυναίκα…
Ένας άνδρας είχε τρεις φιλενάδες αλλά δεν ήξερε ποια από τις τρεις να παντρευτεί.
Αποφασίζει λοιπόν να δώσει στην καθεμία τους 5000 Ευρώ και να δει πως θα τα ξοδέψουν.
Η πρώτη βγήκε έξω και έκανε ολόκληρη ανακαίνιση. Πήρε καινούργια ρούχα, έκανε καινούργια κόμμωση, μανικιούρ, πεντικιούρ και είπε στον άνδρα:
«Ξόδεψα τα λεφτά για να δείχνω όμορφη για εσένα, επειδή σ’ αγαπώ πολύ».
Η δεύτερη γυναίκα βγήκε έξω και αγόρασε καινούργια μπαστούνια του γκολφ, παπούτσια, DVD, CD, μια τηλεόραση Plasma, Home Cinema, στερεοφωνικό κ.λπ και τα έδωσε στον άνδρα. Του είπε:
«Αγόρασα αυτά τα δώρα με τα λεφτά, επειδή σ’ αγαπώ τόσο πολύ».
Η τρίτη παίρνει τα 5000 Ευρώ και τα επενδύει στο χρηματιστήριο, διπλασιάζει την επένδυση της, επιστρέφει πίσω στον άνδρα το ποσό των 5000 Ευρώ και επαναεπενδύει τα υπόλοιπα χρήματα.
Του είπε: «Επένδυσα τα υπόλοιπα χρήματα για το μέλλον μας επειδή σε αγαπώ πολύ».
Ο άνδρας σκέφτηκε πολύ και βασανιστικά το πως η καθεμιά τους ξόδεψε τα χρήματα και τελικά αποφάσισε να παντρευτεί αυτήν με τα μεγαλύτερα β@ζι@…
ΠΙΟ ΚΑΤΩ, ΑΚΟΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ! ΔΙΑΒΑΣΕ ΤΑ…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΕΔΩ
Πιάσε μια μπύρα πριν αρχίσει
Ενας άντρας γυρνάει από τη δουλειά κουρασμένος, κάθεται στην πολυθρόνα, ανοίγει την τηλεόραση, παίρνει το τηλεκοντρόλ στα χέρια του και λέει στη γυναίκα του, «αγάπη μου πιάσε μια μπύρα πριν αρχίσει».
Εκείνη του φέρνει μια μπύρα και δέκα λεπτά αργότερα, αυτός λέει πάλι, «μωρό μου πιάσε μια μπύρα πριν αρχίσει».
Η γυναίκα του φέρνει άλλη μια μπύρα. Μερικά λεπτά αργότερα, ο άντρας της λέει να φέρει άλλη μια μπύρα.
Η γυναίκα, τότε του λέει «Δεν νομίζεις ότι πίνεις πολύ μπύρα; Δεν είναι ούτε μίση ώρα που γύρισες και ήπιες δύο μπύρες και δεν έβγαλες τα σκουπίδια, δεν άλλαξες τη λάμπα στη κουζίνα, το γκαράζ είναι άνω κάτω και ο φούρνος δε δουλεύει. Ποτέ θα τα κάνεις όλα αυτά;»
Ο άντρας τότε μουρμουρίζει, «τώρα αρχίζει…».
Ανεκδοτάρα με παρατράγουδα: Κατά τη διάρκεια ενός παιχνιδιού πόκερ δύο ζευγαριών, του ενός συζύγου, του Νίκου τού έπεσαν κατά λάθος κάποια χαρτιά στο πάτωμα και έσκυψε να τα μαζέψει
Σκύβοντας κάτω από το τραπέζι για να τα μαζέψει παρατήρησε με έκπληξη ανοιχτά τα πόδια της Ρένας, της γυναίκας του Γιώργου (του άλλου παίκτη), η οποία δε φορούσε εσώρουχο. Αφού σήκωσε το κεφάλι σοκαρισμένος, συνέχισε το παιχνίδι.
Κάποια στιγμή πήγε στην κουζίνα να πάρει ένα αναψυκτικό. Τον ακολούθησε λοιπόν και η Ρένα και τον ρώτησε:
– Είδες τίποτε που σου άρεσε όταν έσκυψες;
Έκπληκτος από το θράσος της ο Νίκος της απάντησε ότι όντως είδε και του άρεσε πολύ. Η Ρένα τότε απάντησε:
– Ωραία, αν θέλεις να το… απολαύσεις θα σου στοιχίσει 1000 ευρώ.
Αφού χρειάστηκε λίγα λεπτά για να συνέλθει και να το υπολογίσει, της απάντησε ότι ενδιαφέρεται. Του είπε τότε η Ρένα ότι ο Γιώργος, ο άντρας της, τις Παρασκευές δουλεύει μέχρι αργά το απόγευμα και ότι αν ήθελε μπορούσε να έρθει στις 2 από το σπίτι της.
Την Παρασκευή στις 2 η ώρα πράγματι πήγε ο Νίκος στο σπίτι της και έγινε ο,τι έγινε της έδωσε τα 1.000 ευρώ και έφυγε.
Στις 6 γυρνάει ο Γιώργος σπίτι και μπαίνοντας ρωτάει τη γυναίκα του:
– Πέρασε από εδώ ο Νίκος το μεσημέρι;
Πανικόβλητη η Ρένα και ενώ η καρδιά της πήγαινε να σπάσει απαντάει:
– Γιατί; Χμ, ναι, πέρασε για λίγα λεπτά το μεσημέρι.
– Και σου έδωσε 1.000 ευρώ; ρωτάει πάλι ο Γιώργος;
Η Ρένα τρομοκρατημένη πλέον τελείως σκέφτεται ότι από κάπου κάτι έμαθε αλλά βρίσκοντας την ψυχραιμία της απαντά:
– Ναι, πράγματι μου έδωσε 1.000 ευρώ.
Τότε ο Γιώργος προς μεγάλη της έκπληξη χαμογελάει και λέει:
– Α, ωραία, γιατί πέρασε ο Νίκος το πρωί από το γραφείο και δανείστηκε 1.000 ευρώ που υποσχέθηκε να τα φέρει σε σένα πηγαίνοντας προς το σπίτι του το μεσημέρι.