Το άνοιγμα προς την κεντροαριστερά συνεχίζει να χτίζει με μεθοδικό τρόπο ο Αλέξης Τσίπρας ο οποίος εκτός από τα πρόσωπα που τοποθετεί στο ευρωψηφοδέλτιο από τον χώρο εκτός του ΣΥΡΙΖΑ, κάνει επίθεση στον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή.
Στόχος να αποδομήσει το βασικό αφήγημα του ΚΙΝΑΛ από τη μία, αλλά και την πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη από την άλλη, αναδεικνύοντας τις εσωκομματικές διαφορές εντός Πειραιώς. Η κυβέρνηση επιλέγει να πάρει αποστάσεις από την διακυβέρνηση της Ν.Δ την περίοδο που ο Κώστας Καραμανλής ήταν πρωθυπουργός.
Η ευθεία αμφισβήτηση των πεπραγμένων της διακυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή γίνεται προκειμένου ο Αλέξης Τσίπρας, σε συνδυασμό μάλιστα και με την νέα ονομασία του κόμματός του «ΣΥΡΙΖΑ -Προοδευτική συμμαχία», να κυριαρχήσει στο χώρο της κεντροαριστεράς.
Στην ουσία ο πρωθυπουργός με την απόφαση να δώσει νέα ονομασία στον ΣΥΡΙΖΑ ανοίγει νέο κύκλο για το κόμμα του θέλοντας προφανώς να διαγράψει όσο μπορεί από τη μνήμη των ψηφοφόρων τα προηγούμενα τρεισήμισι χρόνια που κυβερνούσε και να σφραγίσει όσο μπορεί την μετάθεση των εθνικών εκλογών για τον Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριου του 2019.
Η απόφαση της Π.Γ του ΣΥΡΙΖΑ και ο πόλεμος με ΝΔ και ΚΙΝΑΛ
Η απόφαση της πολιτικής γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ που συνεδρίασε χθες αναφέρει συγκεκριμένα ως προς το νέο όνομα του κόμματος: «Στη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ συζητήθηκαν εκτενώς οι πρωτοβουλίες του επόμενου διαστήματος ενόψει των ευρωεκλογών, ενώ μετά το τέλος της συνεδρίασης ανακοινώθηκαν και οι πρώτες 16 υποψηφιότητες.
Αύριο θα γίνει η πρώτη συνάντηση αντιπροσωπείας του ΣΥΡΙΖΑ και των εκπροσώπων των συλλογικοτήτων, καθώς και των προσωπικοτήτων που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ για συγκρότηση προοδευτικής συμμαχίας στις ευρωεκλογές, με στόχο τη διοργάνωση μεγάλης συγκέντρωσης στις 27/03, στην οποία και θα συγκροτηθεί κοινή εκλογική επιτροπή.
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι η καμπάνια, τα υλικά και συνολικά η εκστρατεία να σηματοδοτηθεί από το λογότυπο «ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία».
Ο «πόλεμος» ανάμεσα στην κυβέρνηση, τη Νέα Δημοκρατία και το ΚΙΝΑΛ πρόκειται να ενταθεί τις επόμενες ημέρες με την αντιπολίτευση να εστιάζει περισσότερο στα θέματα της οικονομίας.
Η άρνηση του Eurogroup να εκταμιεύσει το 1 δισ. ευρώ γιατί δεν έχουν ολοκληρωθεί οι συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις αλλά και η έκθεση του ΔΝΤ δίνουν τα απαραίτητα πολιτικά κλειδιά στην αντιπολίτευση για να ξεκλειδώσει τα θέματα της καθημερινότητας και να υποβαθμίσει την σκανδαλολογία στην οποία η κυβέρνηση βασίζει τα προεκλογικά της όπλα. Τι φοβούνται στο ΔΝΤ και που εστιάζει η έκθεση για τις παροχές της κυβέρνησης
Σε ό,τι αφορά την έκθεση του ΔΝΤ κινείται μια στο καρφί και μια στο πέταλο. Εστιάζει κυρίως στο λεγόμενο «μαξιλάρι» που αν πειραχτεί θα επηρεάσει τις οικονομικές υποχρεώσεις της χώρας, αλλά και στέκεται απέναντι στις παροχές που εξαγγέλλει η κυβέρνηση. Το Ταμείο βάζει στο κάδρο των ανησυχιών του και τις επερχόμενες εκλογές.
Εκτιμά ότι οι κάλπες δημιουργούν πειρασμούς να διευρυνθεί ο νέος Νόμος Κατσέλη, ενώ θεωρεί «βόμβα» για την ελληνική οικονομία τις δικαστικές αποφάσεις για τα αναδρομικά, που αν επιστραφούν, μπορούν να φέρουν και νέο μνημόνιο.
Το βασικό σενάριο της έκθεσης προβλέπει επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ έως και το 2022 και στη συνέχεια πρωτογενές πλεόνασμα 3% το 2023 και 2,8% το 2024, ενώ σημειώνει ότι η Ελλάδα έχει την πρόθεση να αποπληρώσει πρόωρα μέρος του χρέους της προς το Ταμείο. Εντούτοις, οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ έχουν αφιερώσει ειδική ενότητα σε ένα «καθοδικό σενάριο» (downside scenario), στο οποίο η Ελλάδα θα δυσκολευτεί να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της από το 2021 και θα χρειαστεί δραστικά δημοσιονομικά μέτρα, αναδιάρθρωση χρέους ή νέα χρηματοδοτική στήριξη, δηλαδή νέο Μνημόνιο!
Το επίμαχο σενάριο προβλέπει χρηματοδοτική τρύπα 4,7 δισ. ευρώ το 2021, που θα διευρυνθεί στα 15,2 δισ. ευρώ το 2024.
Δεν θέλουν τα αναδρομικά φόβοι και για τον ιδιωτικό τομέα
Η έκθεση υπολογίζει το πιθανό δημοσιονομικό κόστος των δικαστικών αποφάσεων σε 9,4 δισ. ευρώ (4,9% του ΑΕΠ) για την καταβολή αναδρομικών, ενώ η πρόσθετη ετήσια δημοσιονομική επιβάρυνση που θα προκύψει εκτιμάται ότι θα φθάσει τα 1,5 δισ. ευρώ (0,8% του ΑΕΠ).
Από τα 9,4 δισ. ευρώ:
6,4 δισ. ευρώ αντιστοιχούν στο δημοσιονομικό κόστος που θα προκύψει εάν κριθεί αντισυνταγματική η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση του 2012 (νόμος 4093/2012)
2,6 δισ. ευρώ αφορούν τα αναδρομικά για την αποκατάσταση του 13ου και του 14ου μισθού στο Δημόσιο
0,4 δισ. ευρώ έχουν προβλεφθεί ως πιθανό εφάπαξ δημοσιονομικό κόστος «λοιπών διεκδικήσεων».
Κατά την πάγια τακτική του το ΔΝΤ προχωρά σε αρνητικές εκτιμήσεις για μια σειρά από μέτρα που μπορούν να οδηγήσουν και σε νέα μνημόνιο. Παραμένει πιστό στην αντίληψη για μείωση του αφορολόγητου το 2020 σε συνδυασμό με την μείωση των φόρων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Λέει όχι στην ρύθμιση των 120 δόσεων και εμφανίστηκε αντίθετο με την αύξηση του κατώτατου μισθού που ψηφίστηκε με νόμο.
Η κυβέρνηση πιστεύει ότι το παιχνίδι που παίζει το ΔΝΤ είναι πολιτικό και ιδεολογικό και όπως επισημαίνεται, η έκθεση ήρθε μία ημέρα μετά την άρνηση του Eurogroup να εκταμιεύσει τη δόση από τα κέρδη των ομολόγων των κεντρικών τραπεζών.