“Φονικό” ανέκδοτο με ξανθιά: Πείνασε το κορίτσι και αποφάσισε να μπει στο σουβλατζίδικο που είδε στην πλατεία καθώς περπατούσε
– Μία πίτα, σας παρακαλώ, λέει στον σουβλατζή…
– Με καλαμάκι; ρωτάει αυτός.
– A, θα τρελαθώ, μη μου πείτε ότι βγήκε και σε χυμό;
ΠΙΟ ΚΑΤΩ, ΑΚΟΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ! ΔΙΑΒΑΣΕ ΤΑ…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΕΔΩ
Ένας παντρεμένος πλησιάζει μια γυναικάρα στο super market και της λέει: «Έχω χάσει τη γυναίκα μου στους διαδρόμους… Σας πειράζει να μιλήσουμε για λίγο;».
Εκείνη τον ρωτάει: «Δε θα ήταν προτιμότερο να ψάξεις να τη βρεις απ’ το να μιλάς μαζί μου;»
Και της απαντά ο παντρεμένος: «Μα δε θα χρειαστεί… κάθε φορά που μιλάω με όμορφη γυναίκα, η γυναίκα μου εμφανίζεται απ’ το πουθενά…!».
Ανεκδοτάρα με μαγκάκο: Μπαίνει ένας μαγκάκος 1.60, 50 κιλά στο μπαρ έτοιμος για μανούρα και παραγγέλνει…
Καθώς πίνει το ποτό, βλέπει έναν μπρατσαρά από απέναντι, 2 μέτρα, 120 κιλά να τον κοιτάζει.
Σηκώνεται σαν μάγκας, πηγαίνει στο θερίο και του λεει:
«Τρέχει τίποτα ρε καραγκιόζη;»
Ο μπρατσαράς χαμογελάει και δε λέει τίποτα.
«Τι γελάς ρε ανώμαλε, δεν ακούς που σου μιλάω;» συνεχίζει ο μάγκας
«Φίλε δεν τρέχει τίποτα, δεν κοιτούσα εσένα» του λέει ο μπρατσαράς
«Τα γυρίζεις τώρα ρε αλήτη, αφού σε είδα γ@μω το νινί της μάνας σου….»
Πριν προλάβει να το πει έχει σηκωθεί το θερίο και του έχει ρίξει μια μπουνιά που όπως έπαιρνε σβούρες του σκορπούσαν τα δόντια στο μαγαζί…
Σκυμμένος ο 1.60 μάγκας, ψάχνοντας να βρει τα δόντια του γυρνάει στον μπρατσαρά και του λέει:
«Καλά, έτσι και λείπει κανένα τη γαμ**ες!»
Ανεκδοτάρα με την κόλαση: Βρέθηκαν μια μέρα στη κόλαση ένας Έλληνας, ένας Αμερικάνος κι ένας Ινδός. Τους συναντάει ο διάβολος και τους λέει
«Σε όσους έρχονται εδώ δίνω μία ευκαιρία να μεταφερθούν στον παράδεισο».
Και βγάζει ένα τεράστιο μαστίγιο… λέγοντας:
«Όποιος θα αντέξει τρία χτυπήματα χωρίς να φωνάξει, θα πάει στον παράδεισο. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε για ασπίδα ό,τι θέλετε».
Πρώτος πηγαίνει ο Αμερικανός.
«Τι θα έχεις για ασπίδα»; ρωτάει ο διάβολος.
Ο Αμερικάνος σηκώνει μια τεράστια πέτρα και λέει:
«Θα χρησιμοποιήσω αυτή την πέτρα! Είμαι έτοιμος!».
Σηκώνει ο διάβολος το μαστίγιο, χτυπάει μια και φεύγει η πέτρα. Χτυπάει δεύτερη και ουρλιάζει σαν τρελός ο Αμερικάνος, οπότε χάνει την ευκαιρία να πάει στον παράδεισο.
Στη συνέχεια ήταν σειρά του Ινδού.
«Τι θα έχεις για ασπίδα»; τον ρωτάει ο διάβολος.
«Τίποτα», λέει ο Ινδός. «Κάνω από τότε που γεννήθηκα γιόγκα και δε νιώθω καθόλου πόνο!».
Στο πρώτο χτύπημα ο Ινδός ήταν ατάραχος. Στο δεύτερο έκανε κάποιους μορφασμούς και στο τρίτο χτύπημα λίγο περισσότερους. Αλλά δεν έβγαλε κουβέντα από το στόμα του!
«Να πάρει», λέει ο διάβολος, «πρώτη φορά αντέχει κάποιος τρία χτυπήματα. Λοιπόν, είσαι ελεύθερος να πας στον παράδεισο. Το αξίζεις».
«Όχι», λέει ο Ινδός.« Θέλω να μείνω και να δω. Σε όλα τα ανέκδοτα ο Έλληνας τη βγάζει καθαρή. Θέλω να δω τώρα πώς θα ξεμπερδέψει!».
«Εντάξει, μείνε να βλέπεις», του λέει ο διάβολος.
Έρχεται λοιπόν η σειρά του Έλληνα και τον ρωτάει:
«Εσύ τι θα χρησιμοποιήσεις για ασπίδα;».
Και απαντάει ο Έλληνας:
«Τον Ινδό!».