Αληθινή ιστορία νεαρής: Πάντα πίστευα ότι σε συμφέρει να έχεις καλές σχέσεις με τους γείτονές σου. Και τώρα το πιστεύω ακόμα περισσότερο
Από την Αθηνά*, 28 ετών
Τέλη Ιουλίου, Παγκράτι, και στη συνήθως φασαριόζικη πολυκατοικία δεν είχε μείνει κανείς πέρα από κάτι ηλικιωμένα ζευγάρια στον πρώτο. Εγώ είχα ξεμείνει επίσης να δουλεύω σ’ ένα άθλιο μαγαζί με ρούχα για γιαγιάδες, που δεν θα έκλεινε πριν μπει Αύγουστος, και δεν είχα καθόλου ζωή. Πόσο μάλλον, δε, ερωτική ζωή. Για την ακρίβεια, δεν είχα σχέση εκείνο το καλοκαίρι και όλοι μου οι φίλοι λιάζονταν στις παραλίες όσο εγώ δίπλωνα ντεπιεδάκια και πουλούσα ρόμπες εμπριμέ.
Οπότε, ήμουν καταδικασμένη στη διαδρομή σπίτι-μαγαζί-σπίτι χωρίς κανέναν άνθρωπο για να βγω έξω Ή έστω να μιλήσω. Τα βράδια την έβγαζα με ταινίες στη βεράντα – ευτυχώς ήμουν σε ρετιρέ και δεν ένιωθα να με πνίγει το τσιμέντο.
Είχα βγάλει και το κρεβάτι μου έξω και κοιμόμουν εκεί, για να νιώθω κι εγώ, το καημένο, ότι κάπου πήγα. Κάπως έτσι είχε περάσει μία εβδομάδα από τότε που η Αθήνα είχε αδειάσει κι εγώ κόντευα να πεθάνω από πλήξη και ζέστη. Μέχρι το βράδυ, που επιτέλους άκουσα ξανά ήχους από το διπλανό διαμέρισμα.
Ο άντρας του διπλανού διαμερίσματος ήταν ο Γρηγόρης. Τον είχα πετύχει κάποιες φορές στο ασανσέρ από τότε που είχα μετακομίσει στην πολυκατοικία, αλλά χαιρετιόμασταν τυπικά και μου έδινε πάντα την εντύπωση ότι ένιωθε τρομακτικά υπέροχος για να γυρίσει και να με κοιτάξει – γεγονός που με έκανε να τον αντιπαθώ βαθιά και αληθινά.
Ο Γρηγόρης μας είχε συνηθίσει στο ολονύχτιο σ** που έκανε συχνά πυκνά, στέλνοντας τον ύπνο μου στο διάολο, αλλά και σε σκηνές φρικτής ζηλοτυπίας που του έκαναν όλες εκείνες που νόμιζαν πως είχαν έρθει για να μείνουν. Σχεδόν τον μισούσα. Αλλά από την απόλυτη καλοκαιρινή νέκρα της πολυκατοικίας προτιμούσα χίλιες φορές τον Γρηγόρη. Τουλάχιστον δεν φοβόμουν τόσο να είμαι μόνη μου σε ολόκληρο κτίριο. Αν έμπαιναν διαρρήκτες, ποιος θα με έσωζε, οι ενενηντάχρονοι του πρώτου;
Διαβάστε και αυτό: Αληθινές εξομολογήσεις: ΙΔΟΥ γιατί οι γυναίκες προτιμούν να βγαίνουν έξω χωρίς εσώρουχο…
Ο Γρηγόρης λοιπόν είχε γυρίσει εσπευσμένα από τις διακοπές, όπως είπε στο τηλέφωνο, γιατί κάποια γκόμενα είχε φάει μια φρίκη με κάτι μηνύματα και τον είχε διώξει από το εξοχικό της. Μέχρι το βράδυ ο Γρηγόρης είχε ξεπεράσει τη θλίψη του και το επόμενο θύμα του βρισκόταν ήδη στη διπλανή βεράντα χαχανίζοντας με τα «αστεία» του. Εγώ είχα στήσει κανονικά αφτί και με το ζόρι κρατιόμουν να μην παρέμβω στη συζήτηση που, όπως ήταν αναμενόμενο, θα κατέληγε στο σeξ. Κάποια στιγμή τούς άκουσα να σηκώνονται και να μπαίνουν μέσα.
Το δωμάτιό μου είναι μεσοτοιχία με το δωμάτιο του Γρηγόρη, οπότε από την πολλή βαρεμάρα μου αποφάσισα να κάνω μια πλάκα. Μπήκα κι εγώ στο δωμάτιό μου και μόλις άκουσα τα πρώτα γκντουπ γκντουπ του κρεβατιού στον τοίχο, άρχισα να βογκάω δυνατά, ενώ στην πραγματικότητα είχα λυθεί στα γέλια.
Κάθε τόσο ο Γρηγόρης σταματούσε για να καταλάβει τι γινόταν, οπότε κι εγώ το βούλωνα. Με το που ξανάρχιζε, δώσ’ του να βογκάω κι εγώ. Όταν κατάλαβα ότι κοντεύαμε να «τελειώσουμε», τα έδωσα όλα, με αποτέλεσμα να μην τελειώσει κανείς άλλος εκτός από μένα. Από δίπλα, σιωπή. Του είχα κάνει χαλάστρα και δεν θα ισχυριστώ ότι αυτό δεν με ερέθισε λίγο.
Ύστερα από κανένα δεκάλεπτο άκουσα την πόρτα του να κλείνει και τα τακούνια της στο διάδρομο. Εκείνη είχε φύγει. Ένιωσα λίγες τύψεις, οι οποίες διαλύθηκαν γρήγορα όταν ξαναβγήκα στη βεράντα και άκουσα τον Γρηγόρη να περνάει και μόνος του καλά μπροστά στον υπολογιστή με κάτι που ακουγόταν σαν ερασιτεχνικό πορνo.
Όσο γέλιο κι αν είχα ρίξει προηγουμένως, τώρα σιγά σιγά μου κοβόταν. Είχα αρχίσει να υγραίνομαι. Κόλλησα στον τοίχο που μας χώριζε για να ακούω καλύτερα το βίντεο και τις κινήσεις του Γρηγόρη. Γλίστρησα το χέρι μου κάτω από το εσώρουχό μου, μην καταφέρνοντας να συγκρατήσω έναν αναστεναγμό που πρόδωσε την κρυψώνα μου. Τον άκουσα να πετάγεται προς το μέρος μου και ίσα που πρόλαβα να μπω μέσα. Του είχα κάνει και δεύτερη χαλάστρα. Οπότε, μου ήρθε ξαφνικά η επιθυμία να επανορθώσω.
Όπως ήμουν, με τα μαλλιά αχτένιστα, ένα κοντό φόρεμα και χωρίς εσώρουχα, του χτύπησα την πόρτα. Εκείνος μπήκε στο νόημα αμέσως. Έξω, το βίντεο έπαιζε ακόμα. «Εγώ ήμουν» του είπα. Χαμογέλασε σαν να του την είχα φέρει. Μου έκανε νόημα να μπω μέσα κι εγώ πήγα κατευθείαν στη βεράντα. Ακούμπησα τους αγκώνες μου στα κάγκελα και τον ένιωσα να έρχεται πίσω μου. Καταλαβαίνετε όλοι τι ακολούθησε…
Από τότε, όποτε θέλω να το επαναλάβουμε, δεν έχω παρά να προσποιηθώ οργασμό από την άνεση του σπιτιού μου. Άλλωστε, μια πόρτα είμαστε.
*Το όνομα έχει αλλάξει για ευνόητους λόγους