Γιατί είναι αναπόφευκτο το νέο δημοψήφισμα για το Brexit


Ο στόχος της Τερέζα Μέι είναι να μετατρέψει τον φόβο ενός άτακτου Brexit σε αποδοχή της κακής συμφωνίας που πέτυχε, το οποίο θα άφηνε το Ηνωμένου Βασίλειο στο έλεος της Ε.Ε. Eντέλει, η ρητορική περί «ανάκτησης του ελέγχου» έχει καταλήξει σε μια επιλογή μεταξύ αυτοκτονίας και υποτέλειας. Η τρελή αυτή πορεία πρέπει να ανακοπεί, για το καλό του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ευρώπης.

Ο μόνος πολιτικά αποδεκτός τρόπος για να συμβεί είναι μέσω ενός ακόμα δημοψηφίσματος. Πρόκειται για κάτι ριψοκίνδυνο. Αλλά θα ήταν καλύτερο από τη βέβαιη καταστροφή.

Ας μετρήσουμε λοιπόν με πόσους τρόπους είναι τρελό αυτό που συμβαίνει τώρα.

Μέσα σε ένα μήνα, το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί ξαφνικά να αποχωρήσει από την Ε.Ε. Αλλά η κυβέρνηση και οι επιχειρήσεις δεν είναι προετοιμασμένες για μια τέτοια αποχώρηση: για παράδειγμα, η κυβέρνηση ακόμα διαφωνεί για το τι δασμούς θα επιβάλει σε αγροτικά προϊόντα. Ένα τέτοιο άτακτο Brexit θα ζημίωνε το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και την Ε.Ε. Αν συνέβαινε μια αποχώρηση χωρίς συμφωνία, θα έπρεπε να ξεκινήσουν άμεσα νέες διαπραγματεύσεις, αλλά σε ένα πολύ πιο απεχθές, και για το Ηνωμένο Βασίλειο δυσμενές, πλαίσιο.

Ακόμα και αν εγκρινόταν η συμφωνία της πρωθυπουργού, θα έπρεπε να ξεκινήσει νέος γύρος διαπραγματεύσεων σχετικά με τη μελλοντική σχέση των δύο πλευρών. Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι έτοιμο για τέτοιες διαπραγματεύσεις. Οι νέες αυτές διαπραγματεύσεις θα καταλήξουν σε ένα μη ικανοποιητικό αποτέλεσμα, επειδή το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει ως τώρα ασχοληθεί με τους απαραίτητους συμβιβασμούς που κάθε εμπορική συμφωνία περιλαμβάνει όσον αφορά την πρόσβαση και τη δυνατότητα ελέγχου. Όλο αυτό το χάος θα έκανε τελικά χαρούμενους μόνο τους εχθρούς της Ε.Ε., τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο.

Η Βρετανία έχει εν ολίγοις ξεκινήσει ένα επικίνδυνο ταξίδι με άγνωστο προορισμό και με μια καπετάνιο που η εμμονή της για την επίτευξη του δικού της Brexit είναι όση και η εμμονή του καπετάνιο Άχαμπ με τον Μόμπι Ντικ. Έχει ποτέ άλλοτε προκαλέσει μια ώριμη δημοκρατία τόσο αχρείαστο κακό στον εαυτό της; Γιατί το έκανε αυτό το Ηνωμένο Βασίλειο; Η απλή απάντηση είναι ο συνδυασμός της γενικευμένες απογοήτευσης του βρετανικού λαού με τις ψευδαισθήσεις του Brexit.

Μια ψευδαίσθηση είναι πως το νόημα του Brexit ήταν ξεκάθαρο. Στην πράξη, μπορεί να καλύπτει ένα ευρύ φάσμα διαφορετικών αποτελεσμάτων, από έναν υψηλό βαθμό ενσωμάτωσης στην Ε.Ε. μέχρι έναν πολύ χαμηλό. Η απόφαση της αποχώρησης δεν καθόρισε και τον προορισμό.

Μια άλλη ψευδαίσθηση ήταν πως το Brexit μπορεί να σήμαινε αχαλίνωτη εθνική κυριαρχία. Στην πράξη, όσο πιο βαθιά είναι μια εμπορική σχέση, τόσο περισσότερο περιορίζεται η εθνική κυριαρχία. Αν το Ηνωμένο Βασίλειο διαπραγματευτεί εμπορικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ, την Κίνα ή την Ινδία, θα αναγκαστεί εξίσου να αποδεχτεί πολλά όρια στην κυριαρχία του.

Μια περαιτέρω ψευδαίσθηση είναι πως θα ήταν εύκολο για το Ηνωμένο Βασίλειο να πραγματοποιεί εμπορικές συναλλαγές σύμφωνα με τους κανονισμούς του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Στην πράξη, μια αποχώρηση χωρίς συμφωνία θα επιδεινώσει τους όρους της πρόσβασης σε αγορές οι οποίες αντιστοιχούν στα δύο τρίτα του συνολικού εμπορίου του Ηνωμένου Βασιλείου.

Μια ακόμα ψευδαίσθηση είναι πως ο Π.Ο.Ε. καλύπτει τα περισσότερα πράγματα που ενδιαφέρουν το Ηνωμένο Βασίλειο. Δυστυχώς όχι. Σε αυτά που δεν καλύπτει περιλαμβάνονται η οδική μεταφορά εμπορευμάτων, οι αεροπορικές μεταφορές, τα δεδομένα, η ενέργεια, οι δοκιμές προϊόντων, μεταξύ των οποίων τα φάρμακα, τα αλιευτικά προϊόντα, μεγάλο μέρος των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και των επενδύσεων.

Επρόκειτο για μια επικίνδυνη ψευδαίσθηση να υποθέτει κανείς πως θα ήταν απλό να επιτευχθεί μια εμπορική συμφωνία με την Ε.Ε., επειδή θα ξεκινούσαμε από σημείο απόλυτης σύγκλισης. Το αντίθετο ισχύει. Το Ηνωμένο Βασίλειο αποχωρεί γιατί θέλει να αποκλίνει. Την απόκλιση αυτή είναι που αποκλείουν οι υφιστάμενοι ευρωπαϊκοί κανόνες. Η Ε.Ε δεν θα έδινε ποτέ σε μια χώρα το δικαίωμα να επωφεληθεί από κανόνες της Ε.Ε. και να αποκλίνει από αυτούς, κατά τη διακριτική της ευχέρεια.

Μια πραγματικά μεγάλη ψευδαίσθηση ήταν πως αν το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν σκληρό με την Ε.Ε., η τελευταία θα κατέληγε σε κάποιον συμβιβασμό. Αλλά όπως υποστηρίζει ο Ιβάν Ρότζερς, πρώην αντιπρόσωπος του Ηνωμένου Βασιλείου στις Βρυξέλλες, η Ε.Ε. πρόκειται να το κάνει -εν μέρει γιατί η διατήρηση της Ε.Ε. είναι η βασική προτεραιότητα της Ευρώπης και εν μέρει γιατί η Ε.Ε. είναι βέβαιη ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα επέστρεφε και πάλι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στην περίπτωση ενός άτακτου Brexit. Έχει σίγουρα δίκιο σε αυτό.

Οπότε αυτή τη στιγμή, το κοινοβούλιο είναι αντιμέτωπο με μια επιλογή ανάμεσα στο αδύνατο -το άτακτο Brexit- και το τρομακτικό -τη συμφωνία της πρωθυπουργού. Αν γινόταν αποδεκτή, θα ακολουθούσαν χρόνια επώδυνων εμπορικών διαπραγματεύσεων με άγνωστη κατάληξη. Στο τέλος, το Ηνωμένο Βασίλειο θα βρισκόταν σε χειρότερη θέση από ό,τι αν ήταν μέλος της Ε.Ε. Ο λαός του θα ήταν το ίδιο διχασμένος και θα επικρατούσε το ίδιο αίσθημα απογοήτευσης που επικρατεί και σήμερα. Υπάρχει καλύτερη λύση από αυτό; Ναι. Είναι να ρωτήσουμε άλλη μια φορά τον λαό αν θέλει να αποχωρήσει, τώρα που τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα.

Πρέπει να υπάρξει δεύτερο δημοψήφισμα.

Ορισμένοι θα υποστηρίξουν πως είναι μια αντιδημοκρατική κίνηση. Δεν είναι. Η δημοκρατία δεν είναι ένα πρόσωπο, μια ψήφος, μια φορά. Αν σημαίνει κάτι η δημοκρατία, αυτό είναι το δικαίωμα μιας χώρας να αλλάζει άποψη, ιδίως αν ληφθεί υπόψη η ανειλικρινής καμπάνια υπέρ του πρώτου δημοψηφίσματος.

Έχουν περάσει σχεδόν τρία χρόνια από τότε. Πολλά έχουν συμβεί, τόσο στην πορεία των διαπραγματεύσεων όσο και στον κόσμο. Όπως έχει επισημάνει ο Ενγκάιρε Γουντς της Σχολής Διακυβέρνησης του Μπλαβάτνικ, από το 2016 και έπειτα ο Ντόναλντ Τραμπ έχει εξαπολύσει επιθέσεις κατά της Ε.Ε. και του Π.Ο.Ε., οι σχέσεις της Δύσης με την Κίνα έχουν γίνει πιο προβληματικές και η εμπλοκή του κ. Πούτιν στην πολιτική των δυτικών κρατών πιο έκδηλη. Δεν είναι αυτή μια στιγμή για να επιφέρει η Ευρώπη στον εαυτό της την πληγή του Brexit.

Aν, όπως είναι πιθανό, το κοινοβούλιο δεν μπορεί να αποδεχτεί την υποτέλεια που συνεπάγεται η συμφωνία της πρωθυπουργού, τότε η συνετή επιλογή είναι να ζητηθεί μια μεγάλη παράταση της διορίας για την αποχώρηση ή καλύτερα, η κατάργηση του Άρθρου 50 συνολικά. Και τα δύο θα έδιναν τον απαιτούμενο χρόνο για να συζητηθεί πως θα οργανωθεί ένα τέτοιο δημοψήφισμα.

O υπαινιγμός της κα Μέι για μια άμεση ψηφοφορία σε ένα άτακτο Brexit μπορεί να μας οδηγήσει εκεί.

Είναι πλέον ξεκάθαρο πως στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν υπάρχει συναίνεση για το Brexit, αλλά μόνο διαίρεση και σύγχυση. Για να περάσει την κακή της συμφωνία, η πρωθυπουργός έχει καταφύγει στον εκβιασμό του κοινοβουλίου με κάτι χειρότερο. Πρόκειται περί τρέλας. Αν μια χώρα έχει φτάσει στο σημείο να κάνει κάτι το οποίο είναι βέβαιο πως θα βλάψει την ίδια, τους γείτονές της και το εύθραυστο εγχείρημα της φιλελεύθερης δημοκρατίας στην ήπειρό της, τότε πρέπει να ξανασκεφτεί.

Τώρα είναι η ευκαιρία να σταματήσουμε το ταξίδι προς τον όλεθρο. Είναι καθήκον του κοινοβουλίου να το κάνει.

Του Martin Wolf

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ