Η Μάχη του Μπιζανίου (4-6 Μαρτίου, παλ. ημ. 19-21 Φεβρουαρίου 1913), υπήρξε η σημαντικότερη σύγκρουση κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο μεταξύ του ελληνικού και του τουρκικού στρατού στο μέτωπο της Ηπείρου. Η τοποθεσία Μπιζάνι με τις γειτονικές τοποθεσίες νότια των Ιωαννίνων, αποτέλεσε σημαντικό φυσικό σημείο άμυνας και το επέλεξαν οι Τούρκοι για να καθηλώσουν τον ελληνικό στρατό.
Με τον κυκλωτικό ελιγμό όμως, που τελικά κατάφεραν οι Έλληνες, ανάγκασαν τον αντίπαλο σε άμεση παράδοση. Η νίκη στο Μπιζάνι αποτέλεσε το κλειδί για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, καθώς και ολόκληρης της ευρύτερης περιοχής της Ηπείρου.
Το υψίπεδο νοτίως των Ιωαννίνων είναι πεταλοειδές και από τη φύση του οχυρό: σχηματίζεται από βραχώδη και δυσπρόσιτα υψώματα που το περιβάλλουν. Στην τοποθεσία είχαν κατασκευασθεί μόνιμα οχυρωματικά έργα με την επίβλεψη Γερμανών αξιωματικών, που είχαν αναλάβει τον εκσυγχρονισμό των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.
Δείτε πώς είναι σήμερα
Το ιστορικό της απελευθέρωσης της Πόλης των Ιωαννίνων:
Τον Φεβρουάριο 1913 η επίλεκτη ομάδα του στρατού είχε καταλύσει έξω από τα Ιωάννινα, στο Χάνι Εμίν Αγά, απ’ όπου διεύθυναν τις επιχειρήσεις στην Ήπειρο. Ο βασικός προβληματισμός τους αφορούσε στο οχυρό Μπιζάνι, όπου 30.000 Τούρκοι με επικεφαλής τον Εσσάτ Πασά απέκρουαν με σφοδρότητα όλες τις επιθέσεις των Ελλήνων. Το Μπιζάνι ήταν ένας λόφος νότια των Ιωαννίνων, ένα φυσικό οχυρό για τους Τούρκους, το οποίο ήταν απόρθητο για τον ελληνικό στρατό.
Τα ελληνικά στρατεύματα μάταια προσπαθούσαν επί τέσσερις μήνες να το κυριεύσουν. Ο διάδοχος Κωνσταντίνος με το επιτελείο βρίσκονταν στο Χάνι Εμίν Αγά και πάσχιζαν να βρουν μια λύση για να καταλάβουν το Μπιζάνι. Για την επιτυχία του ήταν σημαντικός ο ρόλος των ελλήνων κατασκόπων, οι οποίοι βρίσκονταν στα τούρκικα στρατεύματα και η συμβολή του Νικολάκη Εφέντη, που υπηρετούσε στο τουρκικό επιτελείο και έδωσε κρίσιμες στρατιωτικές πληροφορίες, στην ελληνική πλευρά. Ωστόσο, τελικά, η προσβολή του οχυρού έγινε εφικτή χάρη στις πρωτοβουλίες των διοικητών Ιωάννη Βελισσαρίου και Γιώργου Ιατρίδη, οι οποίοι παράκουσαν τις εντολές του στρατηγείου και έδρασαν αυτοβούλως.
Η απελευθέρωση
Οι Έλληνες υπερίσχυαν πλέον αριθμητικά των Τούρκων, καθώς είχαν καταφθάσει ενισχύσεις από τη Μακεδονία. Το σχέδιο, όπως τα περισσότερα πετυχημένα στρατιωτικά εγχειρήματα, στήθηκε με σκοπό ο εχθρός να παραπλανηθεί. Τα ελληνικά στρατεύματα θα περικύκλωναν δυτικά από τα άκρα την οχύρωση των Τούρκων, ενώ παράλληλα θα μαίνονταν επιθέσεις κεντρικά και ανατολικά. Παράλληλα, οι Εύζωνες είχαν καταστρέψει τα τηλεφωνικά δίκτυα διακόπτοντας την επικοινωνία των οχυρών με την πόλη. Η κίνηση του 1ου Συντάγματος Ευζώνων, με ταγματάρχη τον Βελισσαρίου, να πλησιάσει τα Γιάννενα παρά τις εντολές, έκρινε την έκβαση της μάχης.
Η απουσία επικοινωνίας με το οχυρό οδήγησε τον Εσσάτ Πασά να πιστέψει ότι το Μπιζάνι έπεσε ενώ στην πραγματικότητα στέκονταν ακόμη ανέπαφο. Τότε, έδωσε εντολή να παραδοθούν στον ελληνικό στρατό άνευ όρων. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 21ης Φεβρουαρίου, Τούρκοι αξιωματικοί παρέδωσαν στον διάδοχο Κωνσταντίνο, που βρίσκονταν στο Εμίν Αγά, την πόλη των Ιωαννίνων. Η πρωτοβουλία του Βελισσαρίου κατέστη σωτήρια για τα ελληνικά στρατεύματα που πάλευαν για μήνες και χιλιάδες ζωές Ελλήνων και Τούρκων σώθηκαν.
Η τολμηρή του πράξη οδήγησε τον διάδοχο Κωνσταντίνο να του πει τη θρυλική φράση «ή θα σε ραπίσω ή θα σε φιλήσω, προτιμώ να σε φιλήσω». Στις 21 Φεβρουαρίου 1913 τα Ιωάννινα ήταν πλέον ελεύθερα ύστερα από 480 χρόνια σκλαβιάς. Τον επόμενο μήνα δολοφονήθηκε ο Γεώργιος Α’ και ο διάδοχος Κωνσταντίνος ορκίστηκε Βασιλιάς της Ελλάδας….